Δράκος. Μυθολογία, παράδοση, συμβολισμοί
Ο δράκος[1],
θηλυκό ή δράκαινα ή δράκισσα , είναι μυθικό ανθρωποφάγο
τέρας, με μορφή ερπετού τεράστιων διαστάσεων, με φτερά νυχτερίδας, αγκαθωτή
ουρά, με ένα η περισσότερα κεφάλια, με
στόμα που βγάζει φλόγες, με
υπερβολικά τονισμένα κάποια
χαρακτηριστικά, όπως κέρατα, μάτια, δόντια, που
διαθέτει τεράστια δύναμη, η οποία εκδηλώνεται με εντυπωσιακό
τρόπο. Σε αντίθεση
με τη σωματική του δύναμη , το
πνευματικό του επίπεδο είναι υπερβολικά χαμηλό. Ίσως, από την αντίθεση αυτή της
υπέρμετρης σωματικής δύναμης και του χαμηλού πνευματικού επιπέδου,
εκπορεύεται ένα μήνυμα, παρόμοιο με της
νίκης του Δαυίδ επί του Γολιάθ. Με άλλα λόγια διαφαίνεται το μήνυμα πως για την
επίτευξη ενός στόχου η σωματική υπεροχή και
η μυϊκή δύναμη δεν αρκούν, αν δεν υπάρχει ψυχική δύναμη και ικανότητα,
κριτική σκέψη, ορθολογική εκτίμηση των πραγμάτων και λήψη απόφασης, που πρέπει
να προσδιορίζεται και χρονικά, για την αντιμετώπιση ενός αντιπάλου ή ενός
φαινομένου.
Οι δράκοι αναφέρονται στις
παραδόσεις πολλών λαών. Για τους
Ευρωπαίους είναι ανθρωποφάγα μυθικά όντα, που μνημονεύονται ως κεντρικά πρόσωπα
τα οποία εντυπωσιάζουν για τα έξω από την ανθρώπινη λογική επιτεύγματά τους,
που βέβαια η ανθρώπινη φαντασία πλάθει και παρουσιάζει. Πολλά φυσικά φαινόμενα
τα οποία ο άνθρωπος δεν κατανοεί, προσπαθεί με μυθοπλαστικές απαντήσεις να τα
κατανοήσει. Ακόμη επηρεασμένος από την ενδόμυχη τάση του να παρουσιάζει σε
υπερβολικό βαθμό ένα γεγονός, φτάνει και πάλι στην έννοια του αδιανόητου και
κατά συνέπεια στη μυθοποίηση. Σε όλες αυτές τις μυθοπλαστικές απαντήσεις τα
κεντρικά πρόσωπα παρουσιάζονται με κοινά αλλά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία και τα προσδιορίζουν (π.χ.
Κένταυροι, Κύκλωπες, Χίμαιρα κλπ) .
Οι δράκοι, παρουσιάζονται να
κατοικούν σε πηγές, σπηλιές, σε εγκαταλειμμένα
από τον άνθρωπο ανάκτορα, ή ερημωμένους πύργους, απ΄ όπου και εφορμούν.
Ακόμη παρουσιάζονται σαν ακοίμητοι φύλακες θησαυρών και τους αρέσει η απαγωγή κοριτσιών, τα οποία
κρατούν φυλακισμένα στα υποχθόνια παλάτια τους ή τα τρώνε. Ένα ακόμη
χαρακτηριστικό στοιχείο, που άρρηκτα συνδέεται με τους δράκους, είναι η
Θεϊκή παρουσία και αρωγή για την
εξόντωσή τους από τον άνθρωπο.
Μέχρι
και σήμερα αποκαλούμε μεταφορικά «δράκο» τον αιμοβόρο, τον αιμοσταγή άνθρωπο,
τον εγκληματία, που διαπράττει ειδεχθείς
φόνους, παραμένει ασύλληπτος και προκαλεί τον πανικό ( ο δράκος του Σέιχ Σου). Ακόμη, όταν θέλουμε να περιγράψουμε κάτι
που επιβάλλεται και είναι πάνω από την ανθρώπινη δύναμη και αντοχή,
χρησιμοποιούμε το επίθετο δρακόντειος
(-εια, -ειο), που σημαίνει υπέρμετρα αυστηρός και σκληρός , όπως για παράδειγμα
δρακόντειος
νόμος, δρακόντεια μέτρα.
Ειδικά η Κίνα, μια χώρα πλούσια
σε πολιτισμό, ιστορία και παράδοση έχει να επιδείξει πλούσιο λαογραφικό υλικό
και για το δράκο, με βασικές
ιδιαιτερότητες από το δράκο της δυτικής παράδοσης, που είναι ένα ανθρωποφάγο
τέρας που ξερνάει φωτιές. Αντίθετα, θεωρείται από τους Κινέζους ευγενικό πλάσμα
και υπέρτατο σύμβολο καλής τύχης και ευημερίας.
του ρήματος δέρκομαι = βλέπω, παρατηρώ.
Οι Κινέζοι πάντα σέβονταν και
τιμούσαν ιδιαίτερα τον δράκο. Ως μυθικό ζώο, συμπεριλαμβάνεται και μεταξύ των
12 ζωδίων του Κινέζικου Ζωδιακού κύκλου. Αυτό το εξωτικό και σφριγηλό πλάσμα
συμβολίζει την εξουσία του Ουρανού. Έτσι, στην Κίνα από πολύ παλιά οι δράκοι
σχετίζονταν με την ευγένεια, την οικονομική ισχύ και την επιτυχία. Τα
αυτοκρατορικά εμβλήματα συμπεριλαμβάνουν συχνά την εικόνα του δράκου, ιδιαίτερα
αυτά της δυναστείας των Μαντσού. Οι δράκοι που ήταν κεντημένοι στο ένδυμα του
αυτοκράτορα είχαν πέντε νύχια, ενώ εκείνοι των κατώτερων πριγκίπων είχαν
τέσσερα. Και φυσικά οι ευγενείς έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι και με τρίνυχο δράκο.
Παραδοσιακά ο κινέζικος δράκος
συνδεόταν με τις απαλές ζωογόνες βροχές της άνοιξης. Η βροχερή εποχή
προαναγγελλόταν από την εμφάνιση του αστερισμού του πράσινου δράκου, ενός από
τους πέντε μεγάλους αστερισμούς, με τους οποίους διαιρούσαν τον έναστρο ουρανό
οι κινέζοι αστρονόμοι. Έτσι ο δράκος καθιερώθηκε να συμβολίζει τις βροχές και
τις πλημμύρες και πίστευαν ότι ζούσε σε βαθιές λίμνες και ποτάμια.
ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ
ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Μυθικά όντα του
Ελλαδικού χώρου.
Από πολλούς ερευνητές
αναζητήθηκε η προέλευση των μυθικών όντων, που είναι γνωστά σε όλα τα γεωγραφικά πλάτη και μήκη της γης.
Βέβαια, η απάντηση είναι δύσκολη, γιατί χάνεται στο βάθος του χρόνου. Παρόλα
αυτά μια υπόθεση μπορεί να προκύψει από σχετικές περιγραφές, ως απάντηση. Ο
νους του ανθρώπου όταν δεν μπορεί να βρει λογικές και κατανοητές απαντήσεις,
που αφορούν π.χ. σε φυσικά φαινόμενα, πλάθει μύθους. Σε άλλες περιπτώσεις
όταν άτομα ή ομάδα ατόμων σημειώνουν ακατόρθωτα για τον κοινό νου επιτεύγματα,
μυθοποιούνται και παρουσιάζονται ως υπερφυσικά όντα, όπως ο Γηρυόνης, τον οποίο
νίκησε ο Ηρακλής (10ος
άθλος). Στη συγκεκριμένη
περίπτωση είναι και μια προβολή της αξίας της έννοιας του «συνασπισμού», του να
μάχονται δηλαδή τρεις πολεμιστές ως
ένας, όπου ο ένας καλύπτει τον άλλον, ελέγχουν και αποφασίζουν σαν ένα μυαλό
και κινούνται σαν ένα σώμα. Η διαφορά
βέβαια στην περίπτωση αυτή, είναι πως ο Γηρυόνης διαθέτει και μυαλό και δύναμη και δεν αναφέρεται ως
δράκος. Χαρακτηριστικό είναι πως για να
τονιστεί το σθένος του Ηρακλή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μεγαλοποιείται
και η ισχύς του αντίπαλου, γιατί
διαφορετικά η νίκη δεν θα ήταν « άθλος». Ένα δεύτερο στοιχείο είναι πως στη
νίκη αυτή του Ηρακλή συμμετείχε και η Θεά Αθηνά. Έχει ιδιαίτερη σημασία η
σύμπραξη της Θεάς στη μάχη Ηρακλή Γηρυόνη, γιατί όχι μόνο στην Ελληνική
μυθολογία και παράδοση αλλά σχεδόν στον παγκόσμιο χώρο η σύμπραξη θεότητας, σε
αδιανόητα για τον κοινό νου επιτεύγματα των ανθρώπων, όπως και στην καταπολέμηση
δράκων, είναι συνήθης. Ας αναλογιστούμε και σήμερα πόσες φορές σε δύσκολες
στιγμές επικαλούμαστε τη βοήθεια του Θεού, της Παναγίας ή κάποιου Αγίου.
Δέκατος άθλος του Ηρακλή. Ο
Ηρακλής(αριστερά) αντιμετωπίζει, με την συμπαράσταση της Αθηνάς τον τερατώδη
Γηρυόνη ή Γηρυονέα, που είχε τριπλό σώμα ή ήταν τρεις που μάχονταν σαν ένας.Στη
μονομαχία αυτή βέβαια ουσιαστικό ρόλο παίζει και η Θεϊκή παρουσία και αυτό δεν είναι τυχαίο.
Παράλληλα με
την έννοια δράκος, η ανθρώπινη φαντασία δημιούργησε και άλλα μυθικά όντα, τα
οποία, όπως και οι δράκοι, ποικίλλουν ή
ελάχιστα διαφέρουν μεταξύ τους από τόπο σε τόπο, ως προς την ονοματολογία, τη
μορφή, το λόγο ύπαρξής τους, τους χώρους στους οποίους διαμένουν και δρουν. Ένα
άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι πως μέσω αυτών των μύθων, που από γενιά σε
γενιά εδώ και αιώνες η παράδοση μέχρι
σήμερα διαφύλαξε και η λαογραφία κατέγραψε,
προσπαθεί ο άνθρωπος να περάσει στην κοινωνία, όπου ζει, και ποικίλα
μηνύματα.
Σήμερα , στον
Ελλαδικό χώρο παρόμοια με τους δράκους μυθικά όντα μεταξύ των άλλων, είναι :
α΄ Το στοιχειό. Είναι
τεράστιο φίδι, δράκοντας, που εμφανίζεται σε σπίτια, σε πηγές, σε πλοία, σε
δένδρα, σε κρυμμένους θησαυρούς και προστατεύει , τρομάζει ή εκδικείται. Μπορεί
δηλαδή να είναι αγαθοποιό
ή κακοποιό πνεύμα. Κατά τον Νικόλαο Πολίτη, τα στοιχειά είναι ψυχές φονευθέντων ανθρώπων ή ζώων. Με τις
υπερφυσικές δυνάμεις που έχουν, τα στοιχειά εμφανίζονται με μορφή ανθρώπου,
ζώου ή θηρίου, μπορούν δε να αλλάζουν μορφή κατά βούληση. Είναι ευμενή και ευεργετικά
γι’ αυτούς που τα αγαπούν, φοβερά για
κείνους που προσπαθούν να τα βλάψουν ή τα βρίζουν. Όταν οργίζονται,
εγκαταλείπουν τον χώρο στον οποίο διαμένουν (κάστρο, σπίτι, κλπ) και τότε καταρρέουν «σαν ζώο που αποβάλλει την
ψυχή του».
Μεταφορικά, αποκαλούν
«στοιχειό» τον άνθρωπο που έχει
υπερφυσικές δυνατότητες.
β΄ Η Νεράιδα.
Στη λαϊκή φαντασία
παρουσιάζεται ως δαιμονικό πλάσμα με μορφή νέας και ωραίας γυναίκας (ξωτικιά),
που συνήθως εμφανίζεται σε ποτάμια ή πηγές. «……όποιος με νεράιδα κοιμηθεί τις
κοπέλες πια δεν τις ποθεί…..»,
γράφει ο Κωστής Παλαμάς.
γ΄
Το Φάντασμα. Δημιούργημα και αυτό της φαντασίας, είναι
άυλο και υπερφυσικό ον. Πολλές φορές αναφέρουν
την εμφάνιση νεκρού ή το πνεύμα νεκρού ανθρώπου, που πιστεύεται ότι κατοικεί
στο μέρος όπου έζησε ή τον έθαψαν (στοιχειό), με ορατή ή αισθητή μορφή.
«…..βλέπει των τάφων τα φαντάσματα και τα
λευκά στοιχειά των κάστρων…» (Γεώργιος
Δροσίνης).
δ΄ Το
Ξωτικό. (εξωτικός, αλλόκοτος). Έτσι αποκαλείται το
υπερφυσικό πλάσμα, το στοιχειό. Ο
Ιωάννης Γρυπάρης, ποιητής, μεταφραστής
και φιλόλογος από τη Σίφνο. (1870-1942) , παρομοιάζει την ξωτικιά με την νεράιδα. «…….
με πλάνεψε μια ξωτικιά στην ξενιτιά….».
Παραδόσεις στον Ελλαδικό χώρο για το φίδι και το δράκο
Διαχρονικά,
στην ελληνική παράδοση το φίδι και ο δράκος έχουν πολλά κοινά σημεία, τα οποία
μεγαλοποιούνται, συνθέτονται και παρουσιάζονται όσο πιο τρομακτικά γίνεται.
Έτσι πολλές φορές βλέπουμε να παρουσιάζονται υπερβολικά μεγάλα φίδια με
στοιχεία δράκου, όπως και δράκοι με στοιχεία φιδιού. Η διαφορά έγκειται στο ότι
ο δράκος παρουσιάζεται συνήθως ως
τέρας ανθρωποφάγο, εχθρός του ανθρώπου,
ενώ το φίδι άλλοτε ως εχθρός και άλλοτε ως προστάτης του ανθρώπου.
Ο
Σουηδός θρησκειολόγος Martin
Nilsson
γράφει σχετικά : «Στην Ελλάδα ανευρίσκουμε άλλη μια καταφανή ομοιότητα
μεταξύ των σύγχρονων λαϊκών αντιλήψεων και της λαϊκής θρησκείας των αρχαίων».
Σήμερα λένε πως αν ονειρευτείς φίδι , θα δεις φίλο. Εφόσον ο «οικουρός όφις»
στην αρχαιότητα ήταν προστάτης του σπιτιού και κατ΄ επέκταση και της
οικογένειας , μόνο φίλος μπορεί να είναι. Για τον Ελληνικό λαό το φίδι δεν
είναι μόνο φίλος και προστάτης, είναι και εχθρός. «Κολοβό φίδι» αποκαλούν τον
πανούργο και μοχθηρό άνθρωπο. «Ζέσταινε φίδι στον κόρφο του»∙ λέγεται για εκείνον που κάποιος τον βοηθά, τον
φροντίζει και εκείνος καραδοκεί να τον βλάψει (δαγκώσει). Βέβαια, εννοεί τον
αγνώμονα.
Όπως όλοι
οι λαοί , έτσι και ο Ελληνικός αισθανόταν πάντοτε δέος για δράκους και φίδια
και προσπαθούσε να τα εξευμενίσει , απονέμοντας σ΄ αυτά τιμές και θυσίες.
Πίστευε πως είναι δυνατό από εχθροί
και θανάσιμοι κίνδυνοι να μετατραπούν σε σύμμαχους και προστάτες του ανθρώπου. Οι
πρόγονοί μας πίστευαν στον «οικουρό
όφι», που τους προστάτευε κυρίως από τα ποντίκια, και για το λόγο αυτό δεν το
παρενοχλούσαν. Μάλιστα εάν του έκαμναν κακό, πίστευαν πως θα τους βρει συμφορά. Στην αρχαιότητα
ονομαστός ήταν ο οικουρός όφις του ιερού της Πολιάδος στην ακρόπολη των Αθηνών,
ο οποίος θεωρούνταν φύλακας της Ακρόπολης. Υπήρχε η δοξασία ότι θα συνέβαινε
καταστροφή στην πόλη των Αθηνών, εάν το φίδι αυτό εξαφανιζόταν, πράγμα που και έγινε
τις παραμονές της επιδρομής των Περσών. Άλλα διάσημα φίδια- δράκοι, προστάτες
ναών ήταν: Ο Κυχρείδης
στην Ελευσίνα, ο Πύθωνας, τερατώδης δράκοντας, φύλακας του μαντείου
της Θέμιδας στον Παρνασσό, που τον
σκότωσε ο Απόλλωνας. Επίσης τα φίδια
που τρέφονταν στο ιερό του Απόλλωνα,
στην Ήπειρο και η δράκαινα Δελφύνη στους
Δελφούς, που ήταν άνθρωπος στο επάνω μισό και φίδι στο κάτω.
Στην
αγγειογραφία αυτή απεικονίζεται ο
ποταμός Αχελώος ως δράκος, πιθανά από το σχήμα που έχει το ποτάμι, καθώς κυλάει
προς την θάλασσα, αλλά και ίσως επειδή
σ΄ αυτό πνίγονταν πολλοί άνθρωποι, τους
οποίους έτρωγε, κατά τη μυθολογία.
Δράκοι της Ελληνικής μυθολογίας και παράδοσης
Στην Ελληνική λαογραφία έχουν καταγραφεί πολλές
ιστορίες - μύθοι, που έπλαθε το ανθρώπινο μυαλό, κάθε φορά που ο νους του δεν
μπορούσε να εξηγήσει κάτι. Παρακάτω
καταγράφονται τέτοιες ιστορίες. Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι
πως πολλοί μύθοι διασκευάστηκαν και παρουσιάστηκαν με άλλα πρόσωπα ως κεντρικό
θέμα, προσαρμοσμένα στην εποχή που αναφέρονται, μα πάντα όμοια αφηγηματικά.
Κατά
την ελληνική λαογραφία, επικρατέστερη είναι η άποψη πως οι δράκοι είναι η
ιστορική συνέχεια του αρχαιοελληνικού
Πάνθεου (Τιτάνες, Κύκλωπες, Γίγαντες , Κένταυροι). Οι μύθοι περί δράκων, όπως
και άλλα φαινόμενα ή κοινωνικά γεγονότα, διείσδυσαν και αυτοί με τη σειρά τους
στον ποιητικό λόγο και, μαζί με τη δημώδη μουσική στον χορό. Έτσι λοιπόν με το
τρίπτυχο του χορού (ποιητικός λόγος, μελωδία και έρρυθμη κίνηση), ο άνθρωπος εκφράζει με
ρυθμική κίνηση (χορεύοντας) τα εσωτερικά του συναισθήματα σε εξειδικευμένες
στιγμές της ζωής του, σε στιγμές υψηλής συγκίνησης από γεγονότα χαράς, λύπης ή
άλλα, που σημάδεψαν την τοπική ιστορία, ή ακόμη εκφράζει, χορεύοντας, αυτό που
ο ποιητικός λόγος με μουσική υπόκρουση αφηγείται (όρχηση). Βέβαιο είναι ότι ο
τρόπος παρουσίασης ή έκφρασης ενός συγκεκριμένου γεγονότος έχει άμεση σχέση με
τον λαϊκό πολιτισμό κάθε τόπου, που έχει τις ρίζες του στη μυθολογία και την
παράδοση. Οι παραλλαγές που
παρατηρούνται από τόπο σε τόπο κυρίως οφείλονται στους τοπικούς ιδιωματισμούς
της γλώσσας, της μουσικής και του χορού.
Διαχρονικά, όσο κι αν αλλάζουν τα πρόσωπα, πάντοτε διαφαίνεται
η κοινή πηγή προέλευσης του μύθου, που είναι και αισθητή και κατανοητή.
1.
Χίμαιρα, μια διαχρονική δράκαινα
Το όνομα Χίμαιρα προϋπήρχε του
μύθου και χαρακτήριζε τις πριν τη μάχη προσφερόμενες για θυσία κατσίκες στην
Άρτεμη.
Ο
μύθος της αρχαιοελληνικής μυθολογίας που
ακολουθεί (υπάρχουν αρκετές παραλλαγές του, όπως του Περσέα, του Ηρακλή), αφορά
το φόνο της δράκαινας Χίμαιρας από τον
μυθικό ήρωα Βελλερoφόντη και αναφέρεται γιατί:
α)
Υπάρχει η άποψη πως ο φόνος του δράκου από τον Άγιο Γεώργιο είναι
αντιγραφή αυτού του μύθου.
β)
Σαν συμβολισμός στην αρχαία Ελλάδα, η Χίμαιρα φαίνεται πως κατείχε ιδιαίτερη
θέση μιας και συναντιέται σε νομίσματα,
πινάκια και σε αγγεία. Αξιοσημείωτη ακόμη
παρουσία έχει και στην αρχιτεκτονική των αρχαίων, αφού μπορούμε να τη
θαυμάσουμε στον θρόνο του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, στον θρόνο του Απόλλωνα στις
Αμύκλες[1] και στο ηρώο της Τρύσης στη Λυκία.
γ)
Είναι ένα διαχρονικό όνομα, μιας και μέχρι σήμερα ακούγεται η έκφραση «αυτός
κυνηγάει Χίμαιρες», που σημαίνει κυνηγάει κάτι το ανέφικτο, το ακατόρθωτο, το
απραγματοποίητο.
Η δράκαινα Χίμαιρα, το μυθικό
αυτό ον, που κανείς δεν μπορούσε να πλησιάσει , ήταν κόρη του Τυφώνα[2] και της Έχιδνας[3]. Αδέλφια της ήταν ο Κέρβερος
του Άδη, το Λιοντάρι της Νεμέας, η Λερναία Ύδρα, ο δικέφαλος σκύλος Όρθρος, η
Φαία της Κρομμυώνας και η Σφίγγα της Θήβας. Κατά μια άλλη εκδοχή, το Λιοντάρι της Νεμέας και η Σφίγγα ήταν απόγονοί της, μετά την ένωσή της με
τον Όρθρο.
Ζούσε στα Πάταρα[4] και κρυβόταν μέσα σε μια
χαράδρα. Κάθε φορά που κάποιος άνθρωπος περνούσε από εκεί, έβγαινε από την
κρυψώνα της και τον έκαιγε με τις φλόγες που ξεπηδούσαν από τα στόματά της.
Περιγραφές της υπάρχουν αρκετές. Κατά μία τέτοια, είχε σώμα κατσίκας, κεφάλι
λιονταριού που εξέπνεε φωτιά και για ουρά ένα φίδι. Κατ’ άλλη είχε και κεφάλι κατσίκας. Το σώμα της ήταν κι
αυτό τριαδικό με μπροστινά πόδια λιονταριού, κορμό κατσίκας και πίσω πόδια
δράκοντα. Για τον θάνατό της από τον Βελλεροφόντη[5], υπάρχουν περισσότερες από μία
περιγραφές σχετικές με τον τρόπο που την σκότωσε. Σύμφωνα με μία, απλώς τη χτύπησε με το ακόντιό του ιππεύοντας
το φτερωτό του άλογο τον Πήγασο. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, με τον Πήγασο πέταξε
πάνω από τη χαράδρα που ζούσε η Χίμαιρα και με το πλεονέκτημα που του έδινε η
«πτήση», άρχισε να τη στοχεύει με τα βέλη του μέχρι που την τραυμάτισε βαριά.
Στη συνέχεια εκτόξευσε το δόρυ του, που καρφώθηκε ανάμεσα στα σαγόνια της. Στη
μύτη του δόρατος είχε δέσει σβώλο από μολύβι. Όταν το μολύβι ήρθε σε επαφή με
την πύρινη ανάσα της Χίμαιρας, έλιωσε και το μέταλλο άρχισε να ρέει καυτό μέσα
στο λαιμό της μέχρι που κατέκαψε ζωτικά της όργανά.
Κατ’ άλλη εκδοχή, η Χίμαιρα ανατράφηκε από τον
βασιλιά Αμισώδωρο, ο οποίος σε μια κρίση ερωτικού παραλογισμού διέταξε την
απαγωγή της Αλκμήνης (πριγκίπισσα της Λυκίας), και ανέθεσε την φύλαξή της στην
Χίμαιρα. Ο Βελλεροφόντης, πετώντας με τον Πήγασο και με τη βοήθεια της Αθηνάς,
φόνευσε την Χίμαιρα και ελευθέρωσε την αγαπημένη του Αλκμήνη.
(Απεικονήσεις της
Χίμαιρας)
2.
Περσέας
Οι άνθρωποι που κατοικούσαν στο
Άργος λάτρευαν τον τοπικό τους ήρωα Περσέα, με τις μεγαλύτερες τιμές. Είχε
αποκτήσει φήμη και δόξα για τα κατορθώματά του. Ήταν γιος του Δία και της
Δανάης, κόρης του βασιλιά του Άργους
Ακρίσιου, που ανυπομονώντας ν' αποκτήσει διάδοχο για τον θρόνο του,
επισκέφτηκε την Πυθία στο μαντείο των
Δελφών , προκειμένου να λάβει σχετικό χρησμό. Με δυσαρέσκεια έμαθε πως όχι μόνο
δε θ' αποκτήσει γιο, αλλά ο γιος της μονάκριβης κόρης του Δανάης κάποτε θα τον
σκοτώσει. Έβαλε τη Δανάη και τον Περσέα σ' ένα κιβώτιο και τους έριξε στην
θάλασσα∙ τα κύματά της τους οδήγησαν σ'
ένα μικρό νησί, τη Σέριφο, όπου ο
Δίκτης, ένας καλόκαρδος ψαράς του
νησιού, τους βρήκε την ώρα που έριχνε τα δίχτυα του στην θάλασσα και τους
περιμάζεψε.
Ως πρώτος άθλος του μυθικού
ήρωα Περσέα αναφέρεται ο αποκεφαλισμός της γοργόνας Μέδουσας. Από το αίμα της,
που έπεσε στον Ωκεανό, γεννήθηκε ο γίγαντας Χρυσάωρας[1]
και ο Πήγασος, το φτερωτό άλογο. Για να αποφύγει την καταδίωξη των
αδελφών της Μέδουσας, πέταξε με τα φτερωτά σανδάλια, που του δάνεισε ο Ερμής, ή
καβαλίκεψε τον Πήγασο. Στον μυθικό αυτό
άθλο, η θεϊκή συμβολή είναι και πάλι δεδομένη ( Αθηνά , Ερμής).
Κατά την επιστροφή του στο
νησί, πετώντας πάνω από την Αιθιοπία, διέκρινε σε μια απότομη βραχώδη ακτή μια
νέα κόρη, την Ανδρομέδα, δεμένη σ' ένα βράχο, απελπισμένη και δυστυχισμένη.
Ήταν κόρη του Κηφέα, βασιλιά της χώρας, που την θυσίαζε για να σωθεί η χώρα του
από ένα φοβερό θαλάσσιο τέρας (δράκο). Το κήτος αυτό το έστειλε ο
Ποσειδώνας από οργή, γιατί η περήφανη βασίλισσα
Κασσιόπη καυχιόταν πως είναι ομορφότερη από τις θαλάσσιες κόρες του, τις
Νηρηίδες. Ο Περσέας, σαγηνεμένος από την ομορφιά της Ανδρομέδας, την ερωτεύτηκε σφοδρά και η ζεστή καρδιά του
συγκινήθηκε από τα δάκρυά της. Χωρίς δεύτερη σκέψη πάλεψε με το τέρας, το
σκότωσε και με την Ανδρομέδα επέστρεψε
στη Σέριφο.
Ο Περσέας με το κεφάλι της Μέδουσας
[1] Χρυσάωρ: Γιος του Ποσειδώνα και της Μέδουσας (Γοργώς). Ξεπήδησε από το
λαιμό της Γοργόνας, μαζί με τον Πήγασο, όταν τη σκότωσε ο Περσέας.
Παρόμοιος με τους προαναφερθέντες
αρχαιοελληνικούς μύθους, είναι και εκείνος σύμφωνα με τον οποίο ο Ηρακλής έσωσε
την Ησιόνη, κόρη του βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα, από θαλάσσιο κήτος στο
οποίο ο πατέρας της την πρόσφερε ως βορά.
3.
Ο Άγιος Γεώργιος δακοκτόνος
Ο
μεγαλομάρτυρας Γεώργιος γεννήθηκε περίπου το 275 μ.Χ. στην Καππαδοκία, από
γονείς χριστιανούς. Όταν ο Γεώργιος έγινε 18 χρονών, στρατεύτηκε στον ρωμαϊκό
στρατό. Αν και νέος στην ηλικία, διεκπεραίωνε άριστα τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις
τέλεια και όλοι τον θαύμαζαν και για το παράστημά του. Γι' αυτό, γρήγορα τον
προήγαγαν σε ανώτερα αξιώματα και του έδωσαν τον τίτλο του «κόμητος». Συνέβη,
όμως, την εποχή εκείνη ό Διοκλητιανός να κηρύξει λυσσώδη διωγμό κατά των
χριστιανών. Ό Γεώργιος ήταν 28 χρονών και χωρίς δισταγμούς ομολόγησε την πίστη
του, παρά τα αξιώματα πού του είχαν δώσει.
Ο Άγιος Γεώργιος και η βασιλοπούλα στο βάθος
Γύρω
από το όνομα του Αγίου δημιουργήθηκαν αρκετοί μύθοι από τους οποίους
σπουδαιότερος είναι αυτός που αναφέρεται στην εξόντωση του τρομερού δράκου και
τη σωτηρία της βασιλοπούλας ∙ εξ ου και Δρακοκτόνος
.
Κατά την
παράδοση, το ανθρωποφάγο αυτό θηρίο, ο δράκος, ζούσε δίπλα σε μια λίμνη της
οποίας το νερό δεν άφηνε να τρέξει, εφόσον
οι κάτοικοι της εκεί περιοχής δεν του έστελναν κάποιον άνθρωπο να φάει. Έτσι οι
κάτοικοι όριζαν με κλήρο το «ημερήσιο
θύμα» του δράκοντα, προκειμένου να πάρουν νερό. Ο κλήρος κάποτε έπεσε στην κόρη
του βασιλιά Σέλβιου, ο οποίος με πόνο ψυχής την παρέδωσε στους
εντεταλμένους άντρες, οι οποίοι την οδήγησαν στον τόπο όπου θα ερχόταν ο δράκος
να την καταβροχθίσει.
Ο Άγιος Γεώργιος
, μετά από συμμετοχή του σε πόλεμο, επέστρεφε στην πατρίδα του την Καππαδοκία
και καθώς περνούσε δίπλα από τη λίμνη, σταμάτησε να ποτίσει το άλογό του και να
ξεκουραστεί. Εκεί, αντίκρισε τη
βασιλοπούλα που έκλεγε απαρηγόρητη. Τη
ρώτησε γιατί κλαίει και κείνη του απάντησε για το δράμα που την περιμένει και
που εδώ και χρόνια βιώνει ο τόπος της. Μάλιστα τον προέτρεψε να φύγει για να
μην έχει και κείνος την ίδια μ’ αυτήν κατάληξη. Ο Άγιος ρώτησε σε ποιόν Θεό
πιστεύουν και κείνη απάντησε :«Στον Ηρακλή και στη μεγάλη Θεά Άρτεμη». Της
μίλησε για τον Χριστό, στον οποίο εκείνος πιστεύει, και πρόσθεσε: «Από σήμερα
μη φοβάσαι πλέον ούτε να κλαις ∙ μόνο
πίστευε στο Χριστό και θα δεις τη δύναμη του Θεού μου». «Πιστεύω μέσα από τα
βάθη της ψυχής και της καρδιάς μου», του απάντησε εκείνη. Τότε ο Άγιος
γονάτισε, προσευχήθηκε και παρακάλεσε το Θεό να υποτάξει το πονηρό θεριό στα
πόδια του «….. για να γνωρίσουν» ,είπε, «ότι Εσύ είσαι ο μόνος αληθινός Θεός,
εκτός δε από Εσένα άλλος Θεός δεν υπάρχει».
Όταν εμφανίστηκε
ο δράκος , που απ’ τα μάτια του έβγαιναν φωτιές, ο αθλοφόρος του Χριστού
Γεώργιος έκανε το σημείο του Σταυρού και ζήτησε από τον Κύριο να ημερέψει το
θηρίο. Ο δράκος έπεσε στα πόδια του αλόγου του και κυλιόταν βγάζοντας
βρυχηθμούς. Προέτρεψε τη βασιλοπούλα τότε να δέσει με τη ζώνη της τον λαιμό του
δράκου και να τον σύρει ως τα τείχη της πόλης, απ’ όπου ο βασιλιάς και ο λαός
έντρομοι τους παρακολουθούσαν. Εκεί τους ρώτησε ο Άγιος: «Πιστεύετε στον Κύριο
Ιησού Χριστό, το μόνο αληθινό Θεό, για να φονεύσω τον δράκο;» . Όλοι απάντησαν
πως πιστεύουν και τότε ο Άγιος Γεώργιος ύψωσε το ακόντιό του και τον σκότωσε.
Κατά τον Νικόλαο
Πολίτη, πατέρα και θεμελιωτή της επίσημης Λαογραφίας στην Ελλάδα, ο φόνος του
δράκου από τον Άγιο Γεώργιο είναι προφανώς όμοιος με εκείνον του Περσέα. Επίσης είναι όμοιος με τον μύθο της
απελευθέρωσης της Ησιόνης από τον Ηρακλή, αλλά και με άλλους παρόμοιους μύθους.
Κατ΄ άλλους, αιτιολογείται η ομοιότητα αυτή ως προπαγανδιστική τακτική των
πρωτοχριστιανών, για να προσηλυτίσουν ευκολότερα τον ελληνικό λαό στη Νέα Πίστη,
χρησιμοποιώντας πυρήνες αρχαίων προτύπων. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η δρακοκτονία
από τον Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο αποτελεί προσωποποίηση της αλκής[1]
του Χριστιανισμού, ο οποίος κατέβαλε και σύντριψε τον δράκο της ειδωλολατρίας.
Πολλοί ερευνητές
θεωρούν το θαύμα αυτό (δρακοκτονία) ως συμβολική αναβίωση του πανάρχαιου εθίμου
προσφοράς θυσιών στους δαίμονες των πηγών και των υδάτων. Και βέβαια η κατοχή
του νερού από δράκοντα και ο φόνος του από ήρωα, που ελευθερώνει το ανθρώπινο
θύμα, το οποίο πιεζόμενοι προσέφεραν σ’ αυτόν
εκείνοι που είχαν την ανάγκη του νερού, για να έχουν στη συνέχεια ελεύθερη τη
χρήση του νερού, είναι μυθικά στοιχεία
πολύ παλαιά και κοινά σε αρχαίους ελληνικούς μύθους αλλά και σε μύθους πολλών
άλλων λαών.
Στα παρακάτω δημοτικά τραγούδια
ο Μεγαλομάρτυρας και Δρακοκτόνος Γεώργιος περιγράφεται ως ήρωας, τον οποίο οι
κάτοικοι της περιοχής παρακαλούν να
φονεύσει τον δράκο για να έχουν καθημερινά νερό, και να απαλλαγούν από την
καθημερινή προσφορά (θυσία) ανθρώπων.
Άι
μ’ Γιώργη μ’, αφέντη μου και ψαροκαβαλλάρη,
στη
δόξα σου, στη δύναμη θέλω ν΄ ανεθιβάλω,
μα
το θεριόν που σκότωσες, τον δράκον τον μεγάλο,
που
το ΄χαμε στον τόπο μας σ΄ένα βαθύν πηγάδι
κι
ανθρώπους το ταΐζαμε κάθαν πρωί και βράδυ.
Και
μια φορά’ έν του δώσαμε άνθρωπο να δειπνήσει,
σταλιά
νερό δεν άφηνε τη χώρα να δροσίσει.
Ερρίξαμε
το μπουλετί [1]κι
ό,τινος ήτο πέσει,
έστελλεν
το παιάκιν του του λιονταριού πεσκέσι[2]
κ΄
εξέπεσεν το μπουλετί σε μια βασιλοπούλα,
απού
την είχε ο κύρης της μοναχορηοπούλλα.
Πολύς
λαός μαζεύτηκε εμπρός στο βασιλέα.
-«Για
στείλε το παιδάκι σου, για στέλλομεν εσένα».
-«Στολίστε
το παιδάκι μου και κάμετέτο νύφη
και
πάρτε το του λιονταριού πεσκέσι να δειπνήσει.
Πολύς
λαός μαζεύτηκε και πάν΄ τηνε στη βρύση,
δεν
ήξερε η βαρειόμοιρη πως ήθελ΄ ΄’a γυρίσει.
Κι
ο Άις Γιώργης έκουσε, τρέχει τα τήνε
σώσει,
που
τον πικρόν της θάνατον να τήνε
λευτερώσει.
-«Φύε
ξενάκι μου, απ’ εδώ , να μη σε φάει κ’ εσένα
αυτό
το άγριο θεριό που θε να φάει εμένα».
-«Σώπα,
κόρη μου, μη χολιάς και μην το πεις σε άλλο
κ’ εγώ σκοτώνω το θεριό και απ’ αυτού σε
βγάλλω.
Λιγάκι θε [3]να
κοιμηθώ πάνω στα γόνατά σου».
-«Έτσι
το λες, στρατιώτη μου, να με παρηγορήσεις
κι
ον-τανε βγαίνει το θεριό, θα φύγεις να με
‘φήκεις».
Μ’
όν-τανε βγαίνει το θεριό τα όρη σιγοτρέμα
κ’
η κόρη από το φόβο της φώναξε: αχ! εμένα!
-«Σήκου,
σκότωσε το θεριό που λες να μη φοβούμαι».
Σηκώνεται
ανατολικά και κάνει το σταυρό ν-του,
μια
κονταριά του ‘πέταξε και κόβγει το λαιμό ν-του.
Και
ξαναπαίζει του άλλη μια, την κεφαλήν του παίρει
κ’ η κόρη από το φόβο ν -της εφώναξε: «Άι Γιώργη».
Ο
Άις Γιώργης έκουσε, πολύ του βαροφάνη.
-«Κόρη,
πού το ‘ βρες τ’ όνομα, αυτό π’ ανεθιβάλλεις;»[4]
-«Την ώρα που κοιμούσουνε επέρνα ‘ν’ [5]περιστέρι
κ’ έγραφε τίμιο σταυρό
εις το δεξίν του χέρι.
Για πε μου, στρατιώτη μου, πώς λέσι τ’ όνομάν σου
και να σου κάμει ο κύρης μου χάρη στην αφεντιά σου».
-«Άι Γιώργης γράφομαι αφ’ την Καππαδοκία.
Σα θέ να κάμει κάλεσμα, να χτίσει μιάν εκκλησία
γύρου, τριγύρου κόνισμα, στην μέσην Άι Γιώργης.
Τα δύο τραγούδια, που ακολουθούν και που και
αυτά αναφέρονται στον Άγιο Γεώργιο, δεν έχουν νοηματικές διαφορές από το
προηγούμενο, παρά μόνον τοπικούς εκφραστικούς και μουσικούς ιδιωματισμούς, γι΄ αυτό και γράφεται μέρος τους.
[1] μπουλετί= κλήρο
[2]
πεσκέσι: δώρο φαγώσιμο
[3] θε= θέλω
[4] ανεθιβάλλω= αναφέρω
[5] ‘ν’ = ένα
Άγιε
μου Γιώργη, αφέντη μου και πρωτοκαβαλλάρη, αρματωμένος με σπαθί και με χρυσό
κοντάρι.
Άγιος
είσαι στη θωριά, άγιος και στη νιότη,
παρακαλώ,
βοήθα με, άγιε μου στρατιώτη
από
το άγριο θεριό και δράκοντα μεγάλο∙
εν’
να του δώσουν άνθρωπο κάθε πρωί και άλλο.
Μια
μέρα δεν του δώσανε άνθρωπο να δειπνήσει,
νερό πλέον δεν έδωσε στη χώρα να
δροσίσει.
Κλήρον
ετότες ρίξανε, τίνος θέλει να πέσει∙
και
έπεσε το μπουλατί εις την βασιλοπούλα,
οπού
την είχ’ η μάννα της μόνη και ακριβούλα.
…………………………………………………….
Στην Αράχοβα της
Βοιωτίας, όπου ο Άγιος Γεώργιος τιμάται ως πολιούχος της πόλης, αναβιώνει μέχρι σήμερα το έθιμο του δράκου,
που «κρατεί το νερό» και του φόνου του από τον Άγιο Γεώργιο. Η
αναβίωση αρχίζει μετά τον εσπερινό και τη λιτάνευση της εικόνας του Αγίου, με
χορό που συνοδεύεται από νταούλια και
καραμούζες. Πρώτοι αρχίζουν το χορό οι γέροντες , που χορεύουν και τραγουδούν
το λεγόμενο «Πανηγυράκι». Στο μεταξύ έχουν κλείσει την κάνουλα της δεξαμενής, οπότε το νερό δεν
τρέχει, και την ώρα που το τραγούδι λέει
«……Απόλα,
δράκο, το νερό να πιει το πανηγύρι….», ανοίγουν την κάνουλα και αφήνουν
το νερό να τρέξει και πάλι.
Α- Γιώργη μ’
αφέντη μου, κι αφέντη καβαλάρη,
αρματωμένος με
σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Άγγελος είσαι στη θωριά, κι άγιος στη θεότη,
περικαλώ
βοήθει με, άγιε στρατιώτη,
όπου τον πήγαν
άνθρωπο κάθε πρωί και άλλο.
Κι
αν δεν τον πήγαν άνθρωπο κάθε πρωί στην ώρα, κανένανε δεν άφηνε να πιεί νερό
στη χώρα.
…………………………………………………
4. Ο δράκος του
Αγίου Μύρωνα
Ο Άγιος Μύρωνας είναι
πρωτεύουσα της επαρχίας Μαλεβυζίου, και είναι χτισμένος πάνω στα ερείπια της
Μινωικής πόλης Ραύκου (Κρήτη). Ο δράκος
ήταν ο φόβος και ο τρόμος των κατοίκων της περιοχής κάποτε. Σήμερα, το μόνο «ζωντανό» στοιχείο του, που μένει
για να θυμίζει στους νεότερους ότι κάποτε υπήρξε, είναι η «φωνή» του.
Μια «φωνή» άκακη και ακίνδυνη, που δεν παύει να θυμίζει οδυνηρές μνήμες, που
τις χιλιάκουσαν από στόμα σε στόμα γενιές
Αγιομυριανών. Σήμερα υπάρχει μόνο η γοητεία του μύθου για το δράκο του
Αγίου Μύρωνα και το απομεινάρι του το απολιθωμένο, στα δυο κομμένο σώμα του και η φωνή του, που
διατηρούν άσβεστο το μύθο στη σκέψη και στις διηγήσεις των Αγιομυριανών και των
επισκεπτών του χωριού τους που τον μαθαίνουν απ' αυτούς.
Ο δράκος του Αγίου Μύρωνα ήταν
ένα φοβερό θεριό που ανεβοκατέβαινε κάθε μέρα στην πόλη κι έτρωγε ανθρώπους και
ζώα. Ύστερα έφευγε, για να ξαναγυρίσει την άλλη μέρα και να ξανακάνει τα ίδια.
Φόβος και τρόμος έπιανε τους κατοίκους της Ραύκου. Κανείς δεν μπορούσε να τα
βάλει μαζί του κι όσοι προσπάθησαν, νικήθηκαν. Έτσι, οι υπόλοιποι
αποθαρρύνθηκαν αφήνοντας τους εαυτούς τους και το χωριό τους στη μοίρα. Τον καρτερούσαν μοιρολατρικά τη μέρα που ο
δράκος θα διάλεγε αυτούς για τροφή του.
Εκείνο τον καιρό, επίσκοπος στη
Ραύκο ήταν ο Μύρωνας. Δεν ήταν ακόμα Άγιος, μα αγαπούσε το Θεό υπηρετώντας τους
ανθρώπους. Έτσι όλοι τον σέβονταν και τον τιμούσαν. Μια Κυριακή, την ώρα της
λειτουργίας, ακούστηκε το μουγκρητό του θεριού και πάγωσε το αίμα των κατοίκων.
Μερικοί έτρεξαν να φύγουν μακριά, άλλοι κλειδώθηκαν στα σπίτια τους και κάποιοι
άλλοι έμειναν στην εκκλησία παρακαλώντας το Θεό να τους βοηθήσει. Ο Επίσκοπος
τους έδωσε τότε την επισκοπική ράβδο και τους είπε να χτυπήσουν μ' αυτή το
θεριό ίσαμε να τελειώσει τη λειτουργία, οπότε θα πήγαινε ο ίδιος. Έτσι κι
έγινε. Με την πατερίτσα χτύπησαν το θεριό, που αμέσως απολιθώθηκε. Άμα τέλειωσε
η λειτουργία, ο Μύρωνας πήγε εκεί όπου είχε απολιθωθεί το θεριό, έριξε μια
πέτρα και στη στιγμή αμέτρητες πέτρες μαζεύτηκαν πάνω του και το σκέπασαν. Έτσι
σχηματίστηκε ένας μεγάλος σωρός σαν λόφος από πέτρες, που και σήμερα λέγεται
«Δράκος» ή του «Δράκου το χαράκι (χαραγματιά)».
Υπάρχει όμως και μια παραλλαγή
του θρύλου που λέει ότι το θαύμα δεν έγινε όταν ο Άγιος Μύρωνας ήταν Επίσκοπος,
αλλά παιδί, χωρίς όμως ν' αλλάζει τίποτα το ουσιαστικό. Τα πράγματα όμως δε
σταματούν εδώ. Με «θαυμαστό» τρόπο, σύμφωνα με την παράδοση, ο πετρωμένος
δράκος χωρίστηκε στα δυο. Το σώμα του έμεινε στον τόπο που πετρώθηκε, ανατολικά
του χωριού, κάτω απ' το χαράκι, να «βογκά» ακόμα και σήμερα απ' το κακό που τον
βρήκε, ενώ το «κεφάλι» αποχωρίστηκε από το "σώμα" και πήγε και λίθωσε
στο τοίχωμα μιας μικρής σπηλιάς δυτικά του χωριού. Εκεί, μπορεί να διακρίνει ο
επισκέπτης το ακίνδυνο πια περίγραμμά
του στο βράχο, καθώς επίσης τα «μάτια» και τα «ρουθούνια» του. Σ' αυτή τη μικρή
σπηλιά ζούσε ο Άγιος Μύρωνας. Σήμερα έχει γίνει ιερό προσκύνημα και οι πιστοί
προσκυνούν την εικόνα του Αγίου και παίρνουν το αγίασμα που αναβλύζει σε μια
μικρή κοιλότητα στο εσωτερικό της σπηλιάς.
Ο σταλακτίτης, γιατί περί
σταλακτίτη πρόκειται, που μοιάζει πολύ με κεφάλι δράκου, δεν θα είχε ιδιαίτερη
σημασία, αν δεν υπήρχε η «φωνή» του δράκου να υπενθυμίζει καθημερινά την ύπαρξή
του. Στου «Δράκου το χαράκι» υπάρχει μια μικρή τρύπα, που δεν χωρά μέσα της το
ανθρώπινο χέρι. Απ' αυτή την τρύπα, ανάλογα με την εποχή και τις ατμοσφαιρικές
συνθήκες, που επικρατούν στην περιοχή, πότε μπαίνει και πότε βγαίνει αέρας,
προκαλώντας έτσι κάποιο θόρυβο. Το χειμώνα, πριν από κάθε κακοκαιρία, ο θόρυβος
γίνεται έντονος, μοιάζει με βοή και από την τρύπα εκτός από αέρας, βγαίνουν και
φυσαλίδες, κάτι σαν αφρός δηλαδή. Προφανώς από κάποια άλλα σημεία, που
βρίσκονται σε χαμηλότερο υψόμετρο (δεν εντοπίστηκαν), μπαίνει ο αέρας που
βγαίνει απ' του "Δράκου το χαράκι" και δημιουργείται η «φωνή του δράκου» .
5.
Δρακολίμνες
Βρίσκονται πάνω στην Πίνδο, έξω
από τα σύνορα του Μετσόβου, των Γρεβενών και της Σαμαρίνας. Η μία είναι κοντά
στην κορυφή Γκαμήλα σε υψόμετρο 1.900 μέτρων και η άλλη κοντά στην κορυφή
Σμόλικα. Οι δύο αυτές μικρές λίμνες είναι πανομοιότυπες και παρουσιάζουν μια
εκπληκτική διαφορά. Η Δρακολίμνη της Γκαμήλας έχει στις όχθες της μαύρο χώμα
σπαρμένο με άσπρες πέτρες , ενώ η Δρακολίμνη του Σμόλικα έχει στις όχθες της
άσπρο χώμα με μαύρες πέτρες. Οι βοσκοί της περιοχής, κατά την παράδοση, δίνουν τη δική τους εξήγηση. Λένε λοιπόν πως
στην κάθε λίμνη υπάρχει και ένας δράκος που έχουν μόνιμη έχθρα μεταξύ τους. Οι
άσπρες πέτρες της λίμνης Γκαμήλας είναι εκείνες που πετάει ο δράκος της λίμνης
Σμόλικα , που έχει άσπρο χώμα στις όχθες. Αντίστροφα οι μαύρες πέτρες της
λίμνης του Σμόλικα είναι αυτές που
πετάει ο δράκος της λίμνης Γκαμήλα, όπου το χώμα είναι μαύρο.
Για τις δρακολίμνες υπάρχουν αρκετές δοξασίες γνωστές στην
περιοχή. Μια από αυτές αναφέρει πως ένα βράδυ
μέσα από τη δρακολίμνη βγήκε ένα κριάρι, βέλαξε και στη συνέχεια γύρισε
πίσω και ξαναμπήκε στη λίμνη. Το
ακολούθησαν τα γύρω κοπάδια, μπήκαν και αυτά στη λίμνη και τα κατάπιε το νερό.
Το κριάρι εκείνο ήταν ο δράκος της λίμνης Σμόλικα, που επιθύμησε να φάει αρνίσιο
κρέας.
6.
Κόρη της αστραπής και δράκος
Στο παρακάτω τραγούδι του Πόντου,
η σύζυγος του Γιάννη στην προσπάθειά της να εκφοβίσει τον δράκο, προκειμένου να
σώσει τον άνδρα της, τον προειδοποιεί πως πατέρας της είναι ο ουρανός, μητέρα
της τα σύννεφα , έχει αδέρφια της τις αστραπές και τους κεραυνούς και η ίδια είναι κυνηγός δράκων. Χαρακτηριστικό
του συγκεκριμένου τραγουδιού είναι το ότι δεν γίνεται άμεση αναφορά σε Θεϊκή παρουσία. Έμμεσα όμως αυτή
διαφαίνεται από την υπερφυσική δύναμη που δηλώνει πως διαθέτει η ίδια και τα
αδέρφια της όντας παιδιά του ουρανού και των σύννεφων. Με άλλα λόγια στο
τραγούδι αυτό διαφαίνεται μια
διαφορετική αντίληψη για την αντιμετώπιση του δράκου.
Γεγονός είναι πως πολλές φορές
ο άνθρωπος μπορεί και πετυχαίνει πράγματα πάνω από τις δυνάμεις του και
μετέπειτα αναλογιζόμενος το κατόρθωμά του να αναρωτιέται: « Εγώ
το έκανα αυτό»?
Ωχ,
ο Γιάννες, ο Μονόγιαννες και ν-ο μοναχόν ο Γιάννες∙
Εξέβαινε
ο δράκος άγγελος και θέλ’ να τρώει Γιάννη.
καλώς
το τρώγω κι αγρυπνώ και κείμαι και κοιμούμαι».
–«Άφες
με, ρδάκον, άφες με, άφες με καν πέντ’ ημέρες∙
-«Άφ’ σι με , ρδάκον, άφ’ σι
με, θερίον, πέντ’ ημέρες∙
ας πάγ’, ελέπω την μάννα μ’,
έρχουμαι, ρδάκον , φά’ με».
Πήγεν ο Γιάννες κ’ έργεψεν, ο ρδάκον
εθερέθεν
κι ουντάς τερεί το πέραν κά’, ο
Γιάννες κατεβαίνει.
-«Καλώς, καλώς το πρόγεμα μ’,
καλώς το δειλινάρι μ’∙
καλώς το τρώγω κι αγρυπνώ και
κείμαι και κοιμούμαι».
-«Παρακαλώ σε , ρδάκε μου, άφ’
σι με καν πέντ’ ημέρες,
ας παγ’, ελέπω τ’ αδέλφα μ’,
έρχουμαι, ρδάκε , φά’ με».
–«Αφ΄σι με, δράκον, αφ’ σι με,
θερίον, πέντ’ ημέρες.
Παρακαλώ σε, δράκε μου, Θεού
παρακαλίας∙
Πήγεν ο Γιάννες κ’ έργεψεν, ο ρδάκον εθερέθεν∙
κι οντάς τερεί το πέραν κά’, ο Γιάννες κατεβαίνει.
κι άλλ’ από πίσ’ ο κύρης ατ’
φτουλίζ’ τα γένεια κ’ έρ’ται[15]
κι άλλ’ από πίσ’ η μάννα του καταματούται κ’ ερ’ται,
‘ς όλτ’ς από πίσ’ η κάλη του
χρυσή καβαλλαρέα,
χρυσόν μήλον ς’ σό χέρ’ ‘ατης παίζει και κατεβαίνει.
–«Καλώς , καλώς το πρόγεμα μ’,
καλώς το δειλινάρι μ’∙
καλώς το τρώγω κι αγρυπνώ και
κείμαι και κοιμούμαι».
–«’Σ τον Θός, ‘ς τον Θός, νε
κόρασον, τα γονικά σ’ πόθεν;»
-«Ο κύρη μ’ ασ’ σους ουρανούς,
η μάννα μ’ ασ’ σα νέφα,
–«Καθώς
που λες , νε κόρασον, άμε απόθεν έρθες∙
ας
εν’ ο Γιάννες αδελφό μ’ , η κάλα του η νύφε μ’,
του
Γιάννε τα μικρότερα ας είν’ γυναικαδέλφα μ’».
[1] αφυπνίσθη, εξύπνησε.
[2] Το δείπνο μου
[3] βλέπω
[4] άργησε.
[5] βλέπει
[6] πέρα κάτω
[7] θύμωσε
[8] ξανάρχεται
[9] τα βρέφη
[10] να τακτοποιήσω τα του
σπιτιού και τη χήρα
[11] πάλι
[12] γρήγορα
[13] πίσω σταυρωτά
[14] το λαιμό
[15] κι απ΄όλους πίσω ο πατέρας
του μαδεί τα γένια του και έρχεται
[16] ενθαρύνοντας
[17] τόξο∙ το βέλος του τόξου
[18] κυνηγώ
[19] Άλλοτε αναγράφεται ρδάκος
(αναγραμματισμός) και άλλοτε δράκος.
ΦΙΔΙ ΚΑΙ ΔΡΑΚΟΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
Όπως
προαναφέρθηκε, φίδια και δράκοι συχνά αναφέρεται πως ζούσαν σε τόπους λατρείας πολλών θρησκειών, άλλοτε ως προστάτες και άλλοτε ως εχθροί. Στην Ορθοδοξία, τόσο
στην Παλαιά Διαθήκη όσο και στην Καινή, υπάρχουν αρκετές σχετικές αναφορές .
Κατά την Παλαιά Διαθήκη, το φίδι αντιπροσωπεύει τη δύναμη του κακού και
της δολιότητας. Είναι αυτό που παρακίνησε την Εύα να φάει τον απαγορευμένο καρπό.
Σε άλλη περιγραφή αναφέρεται πως όταν ο Μωυσής με τον Ααρών
πήγε στο Φαραώ και ζήτησε να
επιτρέψει στους Εβραίους να φύγουν από την Αίγυπτο, προκάλεσαν θαύμα.
Ο Ααρών πέταξε το ραβδί του μπροστά στο Φαραώ και εκείνο έγινε φίδι. Κάλεσε σοφούς και μάγους,
που και αυτοί πέταξαν τα ραβδιά τους και εκείνα
έγιναν φίδια. Το φίδι όμως που έγινε
από το ραβδί του Ααρών τα έφαγε όλα.
Αναφορά όμως
γίνεται και σε φίδι που θεράπευε. Όταν οι Εβραίοι, που έφευγαν από την
Αίγυπτο, στην πρώτη δυσκολία που αντιμετώπισαν στην έρημο έδειξαν απιστία στον Θεό και τιμωρήθηκαν
σκληρά από φίδια που έβγαιναν από τη γη,
τους δάγκωναν και πέθαιναν. Παρακάλεσαν το Θεό να τους σώσει: «..ΚΑΙ ΕΠΟΙΗΣΕΝ ΜΩΥΣΗΣ ΟΦΙΝ ΧΑΛΚΟΥΝ ΚΑΙ
ΕΣΤΗΣΕΝ ΑΥΤΟΝ ΕΠΙ ΣΗΜΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ ΟΤΑΝ ΕΔΑΚΝΕ ΟΦΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΝ, ΚΑΙ ΕΠΕΒΛΕΨΕΝ
ΕΠΙ ΤΟΝ ΟΦΙΝ ΤΟΝ ΧΑΛΚΟΥΝ ΚΑΙ ΕΖΗ….»
ΤΟ
ΦΙΔΙ ΚΑΙ Ο ΔΡΑΚΟΣ ΩΣ ΣΥΜΒΟΛΑ ΣΤΟΝ
ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
Τα φίδια,
οι δράκοι αλλά και άλλα ζώα (π.χ. αετός, άλογο), από αρχαιοτάτων χρόνων
χρησιμοποιήθηκαν ως σύμβολα . Στην αρχαία Ελλάδα τα σκήπτρα ως εμβλήματα (σύμβολα)
κυριαρχίας, εξουσίας ή ιδιότητας, ήταν συγκεκριμένα και προσδιόριζαν την Θεότητα,
τον άρχοντα, την εξουσία που ασκούσε ή τη φυλή στην οποία ανήκε αυτός που έφερε
το σκήπτρο. Για παράδειγμα ο Δίας είχε στο σκήπτρο του αετό, ο Διόνυσος φύλλα
κισσού ή αμπέλου (θύρσος) , ο Ποσειδώνας την τρίαινα κλπ.
ΘΕΑ ΜΕ
ΦΙΔΙΑ: Ειδώλιο
θεάς με φίδια που βρέθηκε στις κρύπτες του κεντρικού ιερού του ανακτόρου της
Κνωσού.1600- 1580 π.Χ. (ίσως η νεαρή θεά της βλάστησης). Κρατεί και επιδεικνύει
δυο μικρά φίδια ενώ στο κεφάλι της είναι καθισμένο ένα αιλουροειδές , που συμβολίζει
πως η θεά κυριαρχεί και στα επίγεια πλάσματα. (Μουσείο Ηρακλείου).
Οι χριστιανοί Βυζαντινοί αυτοκράτορες είχαν στο
επάνω μέρος του σκήπτρου τους σταυρό γιατί θεωρούσαν τον εαυτό τους, όπως και
οι αυτοκράτορες της Ρώμης, εκπρόσωπο του Θεού επί της γης. Την ίδια περίοδο η Επισκοπική ράβδος ήταν
όμοια με την αρχαιοελληνική πατερίτσα.
Μετά την
Άλωση της πόλης και με τα «προνόμια»
που παραχώρησε η Πύλη στους Επισκόπους, η λαβή των ράβδων τους έφερε δύο
αντικριστά φίδια ή δράκους, στραμμένα άλλοτε προς τα πάνω και άλλοτε προς τα κάτω, και συμβόλιζαν την
θρησκευτική και πολιτική εξουσία που ασκούσαν οι Επίσκοποι στο ποίμνιό τους.
Κύριλλος Α΄ Λούκαρις Πομαντική ράβδος Ποιμαντική ράβδος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Μητροπολίτη Αδρια- Μητροπολίτη Παρθενίου 1612-1633 νούπολης Νεοφύτου Καισαρείας 1738
1653-1658
Μετέπειτα προστέθηκε στο πάνω μέρος της λαβής σφαίρα και σταυρός. Έτσι διαμορφωμένη η Επισκοπική ράβδος έως και σήμερα, συμβολίζει η μεν σφαίρα την επισκοπική κυριαρχία στη περιοχή αρμοδιότητάς του, τα δύο φίδια ή δράκοι τους πνευματικούς εχθρούς της εκκλησίας, ο δε Σταυρός τη δύναμη και αυταπάρνηση που πρέπει να έχει ο Επίσκοπος, για να ποιμαίνει το ποίμνιο που του εμπιστεύτηκαν .
Στον συμβολισμό αυτό
της Σταύρωσης του Ιησού Χριστού οι δράκοι συμβολίζουν τον θάνατο. «….ΕΙΣΤΗΚΕΙΣΑΝ ΔΕ ΠΑΡΑ ΤΩ ΣΤΑΥΡΩ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ Η
ΜΗΤΗΡ ΑΥΤΟΥ ΚΑΙ Η ΑΔΕΛΦΗ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΑΥΤΟΥ, ΜΑΡΙΑ Η ΤΟΥ ΚΛΩΠΑ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑ Η
ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ. ΙΗΣΟΥΣ ΟΥΝ ΙΔΩΝ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΑΘΗΤΗΝ ΠΑΡΕΣΤΩΤΑ ΟΝ ΗΓΑΠΑ, ΛΕΓΕΙ
ΤΗ ΜΗΤΡΙ ΑΥΤΟΥ∙ ΓΥΝΑΙ, ΙΔΕ Ο ΥΙΟΣ ΣΟΥ. ΕΙΤΑ ΤΩ ΜΑΘΗΤΗ∙ ΙΔΕ Η ΜΗΤΗΡ ΣΟΥ..». (Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο , 19.25-27).
Στη παρακάτω λιθογραφία απεικονίζεται η Τουρκία ως δράκος, που τον πολεμά η
Βαλκανική συμμαχία (Ελλάδα, Βουλγαρία Μαυροβούνι, Σερβία). Στη συγκεκριμένη απεικόνιση ο δράκος συμβολίζει
τον απόλυτο άρχοντα, τον αυταρχικό και τυραννικό κυβερνήτη.
(Μια από τις πολλές λαϊκές
λιθογραφίες που κυκλοφόρησαν την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων.)
(Από το βιβλίο NATIONAL GEOGRAPHIC:1912-1913 Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΡΜΗΣΗ)
Ο
Ελληνικός λαός ακόλουθος της παράδοσης του, συνεχίζει να χρησιμοποιεί δράκους και φίδια ως σύμβολα. Ειδικά οι άνθρωποι της
φύσης οι βοσκοί, που ζουν σε βουνά και κάμπους και έχουν να αντιμετωπίσουν όλα
τα φυσικά φαινόμενα, τα αγρίμια, τις νεράιδες, τα στοιχειά, τα δαιμόνια και όλα
τα ανεξήγητα γι αυτούς φαινόμενα, φιλοτεχνούν
στις λαβές των ράβδων δράκους και φίδια, πιθανά:1) για να έχουν την
εύνοιά τους, 2) για να εθιστούν στην ιδέα του καθημερινού κινδύνου, κρατώντας
και νοιώθοντας στα χέρια τους, με την αφή αλλά και με την όραση, τα φανταστικά αυτά
πλάσματα, που αισθάνονται να τους
περιτριγυρίζουν, και 3) για να φοβίζουν τους άλλους, στη θέα του δράκου, που στη ράβδο τους υπάρχει (ως προστάτης
τους).
Για
την φιλοτέχνηση κεφαλής αλόγου σε ράβδους (γκλίτσες) βοσκών και τσελιγκάδων, που πάντα καταλήγουν
σε φίδι ή φίδια, μπορούν να γίνουν τρεις ανεπιβεβαίωτες εικασίες. Ίσως
συμβολίζει:
1. Τον Πήγασο, το φτερωτό άλογο, με τη βοήθεια του οποίου ο Βελλεροφόντης και
ο Περσέας σκότωσαν την Χίμαιρα και το κήτος αντίστοιχα.
2. Το άλογο του δρακοκτόνου Αγίου,
μιας και δεν θα μπορούσε , ο βοσκός, να χαράξει στην γκλίτσα του τον ίδιο
τον Άγιο και
3. Τη χρονική περίοδο κατά την
οποία οι τσελιγκάδες προσλαμβάνουν βοσκούς για τα ποίμνιά τους, η οποία αρχίζει τη μέρα γιορτής
του Αγίου Γεωργίου και λήγει τη μέρα γιορτής του Αγίου Δημητρίου. Την περίοδο αυτή εργασίας, που αρχίζει και τελειώνει με δυο Άγιους
καβαλάρηδες, που έχουν κοινό στοιχείο το άλογο, , οι ποιμένες την ονομάζουν «χάκι[1]»
ή «ρόγιασμα[2]».
[2]Ρογιάζω: μισθώνω,
παίρνω στη δούλεψή μου με μισθό. Ρόγα:
< λατιν. roga > erogo ( =
μοιράζω, δίνω). «..Οι πιστικοί
ρογιάζουνται στους μεγαλοτσοπάνους»
(Παντελής Πρεβελάκης).
« ..Ο Κωνσταντής εδούλευε και ρόγα δεν επήρε..»
(Δημοτικό τραγούδι.) .
Η παραπάνω αγιογραφία βρίσκεται
στην Ιερά Μονή Αγίου Ραφααήλ Λέσβου, βέβαιο είναι πως είναι συμβολική διότι οι
δυο έφιπποι Άγιοι έζησαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και σε διαφορετικούς
τόπους. Μήπως έχει σχέση με το
ρόγιασμα;
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΠΙΘΕΤΑ «ΔΡΑΚΟΣ», «ΔΡΑΚΩΝ»
ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΤΑ ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΤΟΥΣ
Η
αρχαιοελληνική μυθολογία και παράδοση δεν άφησε ανεπηρέαστα και τα επώνυμα των
ελλήνων πανελλαδικά. Σε μια εποχή όπου πολλά νεογέννητα ή και μικρά παιδιά
έχαναν τη ζωή τους λόγω ασθενειών, το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, της
προστασίας και της επιβίωσης τους ώθησε στο να ονοματίζουν τα νεογέννητα
και τα αβάπτιστα μωρά «δράκο» ,
«δρακούλα», δρακάκο κ.α. γιατί πίστευαν πως αποκαλώντας τα έτσι, ως μικροί
δράκοι, ήταν άτρωτοι στις ασθένειες και στους άλλους κινδύνους. Κατά τον κ. Αλεξάκη [1]
τα ονόματα αυτά, που δίνονταν στα
αβάφτιστα μωρά σε πολλές περιπτώσεις τα
διατηρούσαν ως όνομα το οποίο στη συνέχεια μεταβαλλόταν σε επίθετο. Αυτό
συνέβαινε γιατί σύμφωνα με μια λαϊκή
πίστη τα αβάφτιστα εάν πέθαιναν γίνονταν
τελώνια.[2] Κατά μια δεύτερη άποψη τα αβάφτιστα τα
ονομάτιζαν έτσι για να είναι δυνατά σαν τους δράκους. Πίστευαν ακόμη πως
μπορούσαν να γίνουν γενάρχες μιας ισχυρής γενιάς.
Ονόματα
Δράκος και Δράκων υπάρχουν μέχρι σήμερα αρκετά στον ελλαδικό χώρο. Στον
παρακάτω πίνακα καταγράφονται επίθετα παράγωγα του Δράκος και Δράκων καθώς και
σύνθετα.
ΑΑ
|
ΕΠΩΝΥΜΟ
|
ΑΑ
|
ΕΠΩΝΥΜΟ
|
1
|
ΔΡΑΚΑΚΑΚΗΣ
|
31
|
ΔΡΑΚΟΝΤΗΣ
|
2
|
ΔΡΑΚΑΚΗΣ
|
32
|
ΔΡΑΚΟΝΤΙΔΗΣ
|
3
|
ΔΡΑΚΑΚΙΔΗΣ
|
33
|
ΔΡΑΚΟΝΤΟΣ
|
4
|
ΔΡΑΚΑΚΟΣ
|
34
|
ΔΡΑΚΟΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗΣ
|
5
|
ΔΡΑΚΑΚΟΥΔΗΣ
|
35
|
ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΑΚΗΣ
|
6
|
ΔΡΑΚΑΝΤΩΝΑΚΗΣ
|
36
|
ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
|
7
|
ΔΡΑΚΑΝΤΩΝΗΣ
|
37
|
ΔΡΑΚΟΣ
|
8
|
ΔΡΑΚΑΡΗΣ
|
38
|
ΔΡΑΚΟΤΟΣ
|
9
|
ΔΡΑΚΑΣ
|
39
|
ΔΡΑΚΟΥΔΗΣ
|
10
|
ΔΡΑΚΑΤΟΣ
|
40
|
ΔΡΑΚΟΥΔΗΣ
|
11
|
ΔΡΑΚΕΛ(Λ)ΗΣ
|
41
|
ΔΡΑΚΟΥΛΑΚΗΣ
|
12
|
ΔΡΑΚΗΚΗ
|
42
|
ΔΡΑΚΟΥΛΑΚΟΣ
|
13
|
ΔΡΑΚΗΣ
|
43
|
ΔΡΑΚΟΥΛΑΡΑΚΟΣ
|
14
|
ΔΡΑΚΙΑΣ
|
44
|
ΔΡΑΚΟΥΛΑΣ
|
15
|
ΔΡΑΚΙΔΗΣ
|
45
|
ΔΡΑΚΟΥΛΑΤΟΣ
|
16
|
ΔΡΑΚΙΝΟΣ
|
46
|
ΔΡΑΚΟΥΛΕΛ(Λ)ΗΣ
|
17
|
ΔΡΑΚΙΩΤΗΣ
|
47
|
ΔΡΑΚΟΥΛΗΣ
|
18
|
ΔΡΑΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ
|
48
|
ΔΡΑΚΟΥΛΙΑΣ
|
19
|
ΔΡΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ
|
49
|
ΔΡΑΚΟΥΛΙΔΗΣ
|
20
|
ΔΡΑΚΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
|
50
|
ΔΡΑΚΟΥΛΙΝΑΚΟΣ
|
21
|
ΔΡΑΚΟΓΙΑΣ
|
51
|
ΔΡΑΚΟΥΛΟΓΚΩΝΑΣ
|
22
|
ΔΡΑΚΟΓΙΩΡΓΟΣ
|
52
|
ΔΡΑΚΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
|
23
|
ΔΡΑΚΟΓΛΟΥ
|
53
|
ΔΡΑΚΟΥΤΟΣ
|
24
|
ΔΡΑΚΟΚΑΡΔΟΣ
|
54
|
ΔΡΑΚΩΝ
|
25
|
ΔΡΑΚΟΛΙΑΣ
|
55
|
ΔΡΑΚΩΝΑΚΗΣ
|
26
|
ΔΡΑΚΟΛΟΒΙΤΣ
|
56
|
ΔΡΑΚΩΝΑΚΙΣ
|
27
|
ΔΡΑΚΟΜΑΘΙΟΥΛΑΚΗΣ
|
57
|
ΔΡΑΚΩΤΑΣ
|
28
|
ΔΡΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ
|
58
|
ΔΡΑΚΩΤΟΣ
|
29
|
ΔΡΑΚΟΝΑΚΗΣ
|
59
|
ΧΑΤΖΗΔΡΑΚΟΓΛΟΥ
|
30
|
ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
|
60
|
ΧΑΤΖΗΔΡΑΚΟΣ
|
Ως
όνομα και επίθετο το Δράκος απαντάται και
στις Βαλκανικές χώρες με κάποιες
εννοιολογικές διαφορές ( Drangua, Dracul, Dragan, Draganescu κ.α.
) Στην Αλβανία ο δράκος (drangua) είναι
ένα μυθικό αγαθοποιό ον, συνήθως βρέφος, ταυτόχρονα όμως ήρωας και γίγαντας που
φονεύει την κουλτσέντρα (νερόφιδο ή λάμια). Στους σλάβικους λαούς της
Βαλκανικής και της Ρουμανίας τη θέση του προαναφερθέντα drangua παίρνει ο αντίστοιχος μυθικός
φιδοανθρωπόμορφος Zmej ,
που και αυτός προστατεύει τους ανθρώπους από τη λάμια.
Κυριάκος Κων/νου Παπαδόπουλος
Συνταξιούχος καθηγητής φυσικής αγωγής
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1) ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ.
2) ΕΛΛΑΣ. Μεγάλη εικονογραφημένη
λαογραφία - γεωγραφία - ιστορία. Κ. Ρωμαίου-
Λαογράφου. Εκδόσεις ΧΡ. ΓΙΟΒΑΝΗΣ
1969.
3) ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΡΑΒΔΟΥ.
Κυριάκος Κ. Παπαδόπουλος. Γιαννιτσά 2004.
4) Μείζον Ελληνικό Λεξικό(CD).
Τεγόπουλος – Φυτράκης.
5) ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Συμεών του Μεταφραστού.
Έκδοση Β΄ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ.
6) ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ. ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ (ΤΟΜ. Γ΄ ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΚΛΟΓΗ) Γεώργιος Κ. Σπυριδάκης & Σπυρ.
Δ. Περιστέρης. 1968.
7) «ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ
ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΤΗΤΕΣ». Σύμβολα, συγγένεια, κοινότητα στην Ελλάδα – Βαλκάνια. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Π. ΑΛΕΞΑΚΗΣ. Εκδόσεις «Δωδώνη»
2001
8) CD ΟΤΕ ΠΕΜΠΤΗ ΕΚΔΟΣΗ (Β’ ΕΞΑΜΗΝΟ 1997).
9) ΙΝΤΕRΝΕΤ:
α) ΣΤΙΓΜΕΣ. Το
Κρητικό περιοδικό . Κωστής Λουλάκης.
β) www.hellasarmy.gr
γ)www.el.wikipedia.org
δ)www.mythologia.8m.com
[1] Ε. Αλεξάκης: Διευθυντής
ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών από το
1996.
[2]
Τελώνιο: πονηρό πνεύμα,
δαιμόνιο, στοιχειό.






















Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου